ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας

Ο Καποδίστριας δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος με το πρωτόκολλο της 18ης Νοεμβρίου 1828, που έθετε τον Μοριά και τις Κυκλάδες υπό την προσωρινή εγγύηση των Συμμάχων.

Με τον φόβο ότι οι Άγγλοι θα περιόριζαν την Ελλάδα σε αυτά τα σύνορα, οργάνωσε τακτικό στρατό συνεχίζοντας τον πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Στερεά Ελλάδα με στρατηγούς τον αδερφό του Αυγουστίνο Καποδίστρια, τον Ρίτσαρντ Τσωρτς και τον Δημήτριο Υψηλάντη.

Επίσης ο Καποδίστριας στήριξε δύο ανεπιτυχείς εκστρατείες του Ελληνικού στρατού και φιλελλήνων σε Χίο και Κρήτη, οι οποίες όμως δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Στις εκκλήσεις του ναύαρχου Μάλκολμ και του νέου πρέσβη Ντόκινς να αποσύρει τις ελληνικές δυνάμεις στη Πελοπόννησο, αρνήθηκε να υπακούσει.

Καθώς οι διαπραγματεύσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) συνεχίζονταν, η χώρα δεν είχε ακόμη καθορισμένα σύνορα. Ο Κυβερνήτης χρησιμοποίησε το κύρος και την εμπειρία του στη διεθνή διπλωματία για να πετύχει την κατοχύρωση όσο το δυνατόν περισσοτέρων εδαφών στο ελληνικό κράτος, προτείνοντας να είναι εντελώς ανεξάρτητο και με δικό του ηγεμόνα.
Επίσης προσπάθησε να κρατά επαναστατημένη την Κρήτη και τη Στερεά Ελλάδα, προκειμένου οι περιοχές αυτές να συμπεριληφθούν στο νέο κράτος.

Τον Σεπτέμβριο του 1828 στο συνέδριο του Πόρου, οι πρέσβεις των τριών δυνάμεων συμφώνησαν αρχικά να περιληφθούν και η Κρήτη και η Σάμος στο νέο Ελληνικό κράτος, κάτι που τελικώς δεν έγινε λόγω αντίστασης της αγγλικής κυβέρνησης.

Στην τελευταία μάχη της Επανάστασης, που δόθηκε στην Πέτρα της Βοιωτίας τον Σεπτέμβριο του 1829, οι εξεγερμένοι Έλληνες με επικεφαλής τον Δημήτριο Υψηλάντη νίκησαν τους Τούρκους και τους ανάγκασαν να συνθηκολογήσουν. Μετά τη σημαντική αυτή νίκη, η Λειβαδιά και ουσιαστικά ολόκληρη η Στερεά Ελλάδα παραδόθηκε στους επαναστάτες.

Με τη νικηφόρα Μάχη της Πέτρας το Σεπτέμβριο του 1829, τερματίστηκαν τα πολεμικά γεγονότα της Επανάστασης και εξασφαλίστηκε η Ελληνική κυριαρχία στη Στερεά Ελλάδα, ενώ με τη Γαλλική συνδρομή εκκαθαρίστηκε η Πελοπόννησος απ' τα στρατεύματα του Ιμπραήμ. Παράλληλα συνεχιζόταν η προέλαση των Ρώσων προς την Κωνσταντινούπολη (Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1828-1829)).

Αρχικά το πρωτόκολλο του Λονδίνου, το 1829, αναγνωρίζει ως σύνορα της Ελλάδας τη γραμμή Παγασητικού – Αμβρακικού (συνοριακή γραμμή Άρτας - Βόλου), χωρίς όμως να έχει στην ουσία η Ελλάδα ανεξαρτησία. Συγκεκριμένα αναγνωρίζει στην Ελλάδα αυτονομία, με καταβολή όμως φόρου υποτελείας στον Σουλτάνο.

Όσον αφορά στην επιλογή του ηγεμόνα, ο Καποδίστριας πρότεινε τον Λεοπόλδο του Σαξ-Κόμπουργκ (Saxe-Coburg), ο οποίος όμως παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση του θρόνου λόγω διαφωνιών για τα σύνορα.

Ανήσυχη από τις επιτυχίες της Ελλάδας και της Ρωσίας, η Μεγάλη Βρετανία, μετά από διαπραγματεύσεις, έσπευσε να συμφωνήσει και έτσι υπογράφηκε το νέο πρωτόκολλο του Λονδίνου τον Σεπτέμβριο του 1831.

Με το νέο αυτό πρωτόκολλο αναγνωριζόταν η ανεξαρτησία της Ελλάδας και αλλάζει οριστικά προς το συμφέρον της Ελλάδας η συνοριακή γραμμή, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα θα εκτεινόταν νότια της γραμμής που όριζαν οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός, αφήνοντας εκτός την Αιτωλία και την Ακαρνανία.

Σχετικά με το νέο πρωτόκολλο ο Καποδίστριας συμφωνούσε με την ανεξαρτησία, αλλά αντιδρούσε στα ζητήματα της εκκένωσης περιοχών απ' τον ελληνικό στρατό και στο ζήτημα του ξένου κληρονομικού μονάρχη.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του, ο Καποδίστριας λόγω της ισχνής οικονομικής κατάστασης του κράτους επιχείρησε να συνάψει δάνειο με τράπεζες του εξωτερικού, προσπάθεια που δεν ευοδώθηκε λόγω των αντιδράσεων της Μεγάλης Βρετανίας. Παρόλα αυτά η Ρωσία και η Γαλλία ανέλαβαν να ενισχύσουν οικονομικά την Ελλάδα, ενώ ιδιαίτερη φροντίδα επέδειξε ο Τσάρος, αποστέλλοντας 3.750.000 γαλλικά φράγκα.

Ως κυβερνήτης ο Καποδίστριας αρνήθηκε να δεχθεί μισθό, όπως επίσης αρνήθηκε χρηματική αποζημίωση από τον Τσάρο για να μην κατηγορηθεί από τους αντιπάλους του για μεροληψία απέναντι στη Ρωσία, ενώ διέθεσε όλη του την περιουσία για τους σκοπούς του κράτους.

Η Γ' Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων

Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ' αυτού
και υπάρχει υπέρ αυτού