Ο Ρήγας Παλαμήδης ή Παλαμίδης (1794- 10 Απριλίου 1872) ήταν Έλληνας λόγιος και αγωνιστής στην επανάσταση του 1821 που αναδείχθηκε από τους πρόκριτους της Πελοποννήσου (Μαντινείας) πολιτικός της νεοσύστατης Ελλάδας, πληρεξούσιος σε έξι εθνοσυνελεύσεις, μέλος του Πανελληνίου, γερουσιαστής, σύμβουλος της επικράτειας, νομάρχης, πρόεδρος της Βουλής και υπουργός Εσωτερικών σε έξη κυβερνήσεις.
Με καταγωγή του πατέρα του από την Στεμνίτσα, (που καρατομήθηκε από τους Τούρκους), γεννήθηκε στην Τρίπολη και καταγόταν από σπουδαία οικογένεια προυχόντων (κοτζαμπάσηδων) της Πελοποννήσου. Αναφέρεται ότι πήγε στο σχολείο στην ελληνική σχολή της Στεμνίτσας, που είχε ιδρυθεί το 1790 από το Στεμνιτσιώτη Νεόφυτο Μούτζο, αρχιδιάκονο στο Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Ακολούθως σπούδασε στη σχολή της Δημητσάνας και συμπλήρωσε την μόρφωση του στη Κωνσταντινούπολη. Με την επιστροφή του στην Τριπολιτσά διορίστηκε γραμματέας του Δραγουμάνου του Μόρα Βαλεσή διατελώντας ταυτόχρονα σύμβουλος πολλών προεστών του Μοριά. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ανέλαβε γραμματέας της Πελοποννησιακής Γερουσίας καθώς και γραμματέας και αγγελιαφόρος του Θ. Κολοκοτρώνη στη μάχη του Βαλτετσίου, και στην άλωση της Τριπολιτσάς που ακολούθησε.
Από τις αρχές του 1822 όταν πλέον άρχισε να γίνεται αισθητή η έχθρα μεταξύ προκρίτων και οπλαρχηγών, ακολούθησε τους πρόκριτους. Τότε το Εκτελεστικό υπό τον Α. Μαυροκορδάτο τον όρισε αρχηγό αγωνιστών φρουράς των Μεγάλων Δερβενίων παρά τα Γεράνεια όρη. Στη κάθοδο του Δράμαλη στην Πελοπόννησο, (αρχές Ιουλίου), δείλιασε εγκαταλείποντας αμαχητί τη θέση του παρασύροντας ομοίως και τη φρουρά του Ακροκορίνθου υποχωρώντας ατάκτως στο Άργος και σκορπώντας τον πανικό.
Παρά ταύτα έλαβε μέρος, ως πληρεξούσιος, στις συνελεύσεις της τότε κυβέρνησης «της περιπλανωμένης εν ταις παραλίαις της Αργολίδος» του Άστρους του 1823, της Επιδαύρου του 1826, της Ερμιόνης του 1827, της Τροιζήνας επίσης το 1827 και του Άργους του 1829. Το 1828 είχε τη θέση του συμβολαιογράφου Τριπόλεως. Επί Καποδίστρια, το 1828, διορίστηκε μέλος του Πανελλήνιου και εκλέχτηκε γερουσιαστής. Επί Όθωνα έγινε Σύμβουλος Επικρατείας, Νομάρχης και πρωτοστάτησε στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843. Εκλέχθηκε βουλευτής στην Α' Εθνική Συνέλευση της Αθήνας του ίδιου έτους ως βουλευτής Μαντίνειας. Στην κυβέρνηση Ανδρέα Μεταξά του 1843 χρημάτισε Υπουργός Εσωτερικών ενώ ήταν και μέλος της επιτροπής σύνταξης του Συντάγματος. Διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων σε δυο συνόδους το 1845 και το 1846, το 1846 διορίστηκε Υπουργός Εσωτερικών σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης Κωλέττη, το 1847 στην κυβέρνηση Κωλέττη στον ανασχηματισμό του 1847, το 1852 σε ανασχηματισμό της Κυβέρνησης Αντωνίου Κριεζή και το 1854 στην κυβέρνηση Μαυροκορδάτου αλλά και στην Κυβέρνηση Αθανασίου Μιαούλη στον ανασχηματισμό του 1859.
Ο Ρήγας Παλαμήδης κηδεύτηκε στις 11 Απριλίου 1872. Ήταν νυμφευμένος με την, προηγουμένως αιχμάλωτη των Ελλήνων, κόρη του Πασά της Λάρισας με την οποία και απέκτησε τρεις κόρες την Ελένη, (μετέπειτα σύζυγο Αριστείδη Γ. Καρατζά), την Αικατερίνη, (μετέπειτα σύζυγο Σαράντη Κωνσταντινίδη) και την Αγλαΐα, (μετέπειτα σύζυγο Ιάσωνα Ράγκου) και ένα γιο, τον Ιωάννη, διπλωμάτη, ο οποίος πέθανε στο Παρίσι το 1886. Το σπίτι στο οποίο κατοίκησε για μεγάλο μέρος της ζωής του διατηρείται ακόμα και σήμερα στου Ψυρή.
Ο Ρήγας Παλαμήδης είχε γράψει τα εξής συγγράμματα: «Πρόχειρος απάντησις επί των περί εισβολής του Δράμαλη εις την Πελοπόννησον ιστορουμένων εν τω Α' τόμω των λεγομένων απομνημονευμάτων του Ν. Σπηλιάδου» (1853), «Ο Ελληνικός Αγών» (1854) και «Ποία η εκτέλεσις των εθνικών αποφάσεων» (1856)