Ο Αναγνώστης Σπυρίδων Κοπανίτσας ή Κοπανίτζας (1755 - 1838 ή 1839) ήταν αγωνιστής του 1821, Φιλικός και προύχοντας από τη Βορδώνια της επαρχίας Μυστρά. Το 1821 φυλακίστηκε στην Τρίπολη μαζί με τους άλλους προεστούς και προύχοντες. Συμμετείχε στον αγώνα της απελευθέρωσης. Έγινε πληρεξούσιος στη Γ΄ Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου το 1826 και στη Γ΄ Εθνοσυνέλευση Τροιζήνας το 1827 υπογράφοντας τελευταίος.
Ο Αναγνώστης Κοπανίτσας γεννήθηκε το 1755 και πέθανε το 1838 ή το 1839 στο Μυστρά. Πατέρας του ήταν ο Ηλίας Κοπανίτσας και παππούς του ο Γιάννος. Είχε τρεις γιούς, τον Ηλία, τον Στέφανο και τον Παναγιώτη.
Σημαντικότερη πηγή για τον Κοπανίτσα είναι οι πολύτιμες αναφορές του απογόνου του, Δημήτρη Κοπανίτσα, ο οποίος εκτός των άλλων αναφέρει και δυο βιογραφικά σημειώματα ως πηγές της ζωής και της δράσης του Αναγνώστη Κοπανίτσα, αλλά και πολλά στοιχεία από το αρχείο της οικογένειας Κοπανίτσα. Ο τρισέγγονός του Δημήτρης Κοπανίτσας συγκέντρωσε στοιχεία από τα οικογενειακά αρχεία, προφορικές παραδόσεις και αφηγήσεις Ελλήνων και ξένων οι οποίοι βίωσαν τα γεγονότα εκείνης της ταραγμένης εποχής. Η ζωή του προεστού Αναγνώστη Κοπανίτζα συμπίπτει με τη μετάβαση από τη σχεδόν φεουδαρχική κοινωνία του 18ου αιώνα στην αποδεκατισμένη, αλλά ελεύθερη Ελλάδα του 19ου αιώνα. Ένα πολύ σύντομο, επίσης, βιογραφικό σημείωμα του Αναγνώστη Κοπανίτζα περιλαμβάνεται στο λεξικό του Χρήστου Α. Στασινόπουλου "Λεξικό της Ελληνικής Επανάστασης του 1821".
Γενικούς χαρακτηρισμούς του Αναγνώστη βρίσκει κανείς διάσπαρτους στα απομνημονεύματα του Κανέλλου Δεληγιάννη. Τον παρουσιάζει ως άνθρωπο σοβαρό και προσεκτικό, γνωστό για τον πλούτο του, δίκαιο και σεμνό, με φρόνηση και ηθικό θάρρος. Τον αναφέρει και ως άνθρωπο ευλαβή και με μεγάλο σεβασμό για την παιδεία που ο ίδιος, εκτός από την στοιχειώδη της εποχής του, δεν μπόρεσε να αποκτήσει. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης τον περιλαμβάνει μεταξύ των πρώτης τάξεως προεστών, που υποκίνησαν τον αγώνα και έρριψαν τον ακρογωνιαίον λίθο του κολοσσαίου αυτού οικοδομήματος. Με την επιρροή του Κοπανίτζα, ο Μυστράς μπορούσε να κρατήσει ουδέτερη και εξισορροπητική θέση κατά τους εμφυλίους πολέμους και την Επανάστασης του 1821, και τούτο παρ’όλα τα ισχυρά πάθη, τα αντικρουόμενα συμφέροντα και τις επιδρομές Ρουμελιωτών και Μανιατών εναντίον της επαρχίας του Μυστρά. Η φρόνηση και η αυτοθυσία του συνέβαλαν όσο ήταν δυνατό, με τρόπο αφανή αλλά και ουσιαστικό στην τελική επιτυχία της Επανάστασης. Έκθεση του Αναγνωσταρά, το 1820, για τις διαθέσιμες δυνάμεις στην Πελοπόννησο αναφέρει σε Μυστρά και Έλος 2.300 μαχητές και από τους προκρίτους που θα αναλάμβαναν την ηγεσία, τους Κρεββατά και Αναγνώστη Κοπανίτσα, αντιστοίχως[7]. Ο Αναγνώστης Κοπανίτσας με το κύρος, τον πλούτο και τους δεσμούς του με εξέχοντες προκρίτους στην Κωνσταντινούπολη και στην Οδησσό μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την τούρκικη διοίκηση σε όφελος του ελληνικού στοιχείου.
Μολονότι ως πρώτος προεστός τραβούσε περισσότερο την προσοχή και διέτρεχε μεγαλύτερο κίνδυνο, μυήθηκε μεταξύ των πρώτων στη Φιλική Εταιρεία, μαζί με τον Παναγιώτη Κρεββατά και τον Μελέτη Μελετόπουλο. Η υπογραφή του υπάρχει σε πολλά από τα έγγραφα των μεγάλων προεστών του Μοριά και σε πολλά μετεπαναστατικά αρχεία. Για παράδειγμα από τα αρχεία του Αναγνώστη Κοπανίτζα προκύπτει πως ακόμη και οι επιφυλακτικοί προεστοί του Μοριά, ενώ γνώριζαν πως τα στοιχεία που δίνονταν από τους Φιλικούς περί χρημάτων και πόρων ήταν πλαστά, αποφάσισαν να πάρουν την ευθύνη της έναρξης της επανάστασης.Στην οικογένεια φαίνεται να υπήρχαν τρεις φιλικοί, ο Αναγνώστης και οι δυο γιοί του Στέφανος και Παναγιώτης. Ο πρωτότοκος Ηλίας δεν πρόφθασε να γίνει, γιατί είχε δολοφονηθεί πρίν από την επανάσταση. Πάντως, δεν υπάρχουν επίσημες αναφορές στα σχετικά δημοσιεύματα με την Φιλική Εταιρεία της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρίας ή της Ακαδημίας Αθηνών. Ωστόσο, κατά τον Δ. Κοπανίτσα, το 1820 ορκίζεται Φιλικός ο Αναγνώστης Κοπανίτζας, σύμφωνα με το εφοδιαστικό έγγραφο που γράφει: "Εις το όνομα της μελλούσης σωτηρίας Φ. καθιερώνω Ιερέα φιλικόν και αφιερώνω εις την αγάπην της φιλικής εταιρίας και την υπεράσπισιν των μεγάλων ιερέων των Ελευσίνιων τον συμπολίτη Κυρ Αναγνώστη Σπυρίδωνα Κοπανίτζα εκ χωράς Μυστρός ετών εξήντα πέντε επαγγέλματος πολιτικού ως θερμόν υπερασπιστή της ευδαιμονίας της πατρίδος κατηχηθέντα και ορκισθέντα παρ’εμού, έτος των φιλικών 820 εν Τριπολιτσά."
Ο Ιωάννης Φιλήμων αναφέρει μόνο τον Αναγνώστη Κοπανίτζα ως φιλικό (έτος κατήχησης 1819, επάγγελμα πολιτικός, τόπος κατήχησης Πελοπόννησος, κατηχητής άγνωστο). Ο Γ. Αναγνωστόπουλος προβαίνει στην εικασία ότι ο Αναγνώστης Κοπανίτζας μυήθηκε το 1819 από τον Παναγιώτη Κρεββατά, γι’αυτό όμως δεν βρήκε όμως καμία άλλη επιβεβαίωση. Έχοντας στην Φιλική Εταιρεία το βαθμό του ιερέα, ο Αναγνώστης Κοπανίτζας και οι γιοί του είχαν το δικαίωμα να κατηχούν και άλλους, και ήταν εφοδιασμένοι με το σχετικό τυπικό έγγραφο της διαδικασίας για την ορκωμοσία και την κατήχηση. Αυτή η νέα συνείδηση, που σίγουρα σφραγίζεται από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, αποτυπώνεται σε ένα τετράστιχο που φέρεται να λέει ο Αναγνώστης Κοπανίτζας στο θεατρικό έργο του Παναγιώτη Σούτσου «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης»: «Του έθνους του ελληνικού ελεύθερα τα μέλη / θρησκείαν των πρεσβεύουσιν οποίαν καθείς θέλει. / Κι εξεταστήν έχει καθείς της συνειδήσεώς του / τον μόνον οφθαλμόν ενός θεού καρδιογνώστου»
Περίπου έναν μήνα πριν από την έκρηξη της Επανάστασης, τον Φεβρουάριο του 1821, η τουρκική διοίκηση αποφάσισε να προσκαλέσει στην Τρίπολη τους προύχοντες και τους αρχιερείς της Πελοποννήσου υπό το πρόσχημα διαβουλεύσεων. Στην μυστική Συνέλευση των προεστών και κληρικών της βόρειας Πελοποννήσου στην Βοστίτσα στις 26 έως 29 Ιανουαρίου 1821, οι παρευρεθέντες είχαν συμφωνήσει να μην μεταβούν στην Τρίπολη, εάν καλούνταν, γιατί ήταν βέβαιη η καταδίκη τους. Οι περισσότεροι όμως προύχοντες και αρχιερείς, παρά τα συμφωνηθέντα στη Βοστίτσα, αποφάσισαν να ανταποκριθούν στις τουρκικές αρχές, προκειμένου να διασκεδάσουν τις υποψίες τους και να μη δώσουν επιχειρήματα για γενικευμένες σφαγές. Ο Αναγνώστης Κοπανίτζας πήγε με τη θέληση του από τους πρώτους όμηρους, για να καθησυχάσει τους Τούρκους, ενώ, στο μεταξύ, με τον Παναγιώτη Κρεββατά και τον γιο του Στέφανο Κοπανίτζα είχε καταστρώσει πλήρες σχέδιο περί της καθ’ όλην την διάρκειαν της επαναστατικής δράσεως της επαρχίας Μυστρά. Μελετόπουλος και Κοπανίτσας φθάνουν αρχές Μαρτίου στην Τρίπολη, όπου και η έδρα της οθωμανικής διοίκησης της Πελοποννήσου (Μόρα βαλεσί). Λεπτομέρειες της φυλάκισης των ομήρων γνωρίζουμε από τρία, μικρά σε έκταση αλλά εξαιρετικής σημασίας, απομνημονεύματα αιχμαλώτων κληρικών, του διακόνου Ιωσήφ Ζαφειρόπουλου, του Τριπόλεως Δανιήλ και του Ανδρούση Ιωσήφ. Τα πιο σημαντικά στοιχεία είναι από τον Ζαφειρόπουλο . Αφηγείται ο επίσκοπος Ανδρούσης: «Επλησιάσαμεν και εστάθημεν κατά σειράν, πρώτος της σειράς ευρέθη ο Αναγνώστης Κοπανίτσας και ο Μελέτιος δεύτερος από Μυστράν. Ο Καϊμακάμ μετά των πρωτίστων Οθωμανών, άνω εις τα οικήματα εκάθηντο και έβλεπον ημάς τους μετά καταδίκης διερχομένους.... Εβλήθη ο Μελέτιος εις την άλυσσον... Τέλος πάντων εξ αρχιερείς... και δέκα προεστώτες κατεκλείσθησαν εις την ζοφεράν και πολυβάσανον φυλακήν βαστάζοντες την άλυσσον. Η ολκή αυτής ήταν οκάδες εκατόν ογδοήκοντα, άνευ των κουλούρων των επί τον τράχηλον ημών. Εκεί εύρομεν τους διακόνους και δούλους μας εν ελεεινή καταστάσει.» Σύμφωνα και με τον Κανέλλο Δεληγιάννη, οι φυλακισμένοι στην Τριπολιτσά αρχιερείς ήταν 8 και επέζησαν 2, οι δε φυλακισμένοι προύχοντες ήταν 11 και επέζησαν 3. Με το που αρχίζει η Επανάσταση, τα πράγματα έσφιξαν γι’ αυτούς, και τελικά κατέληξαν στο μπουντρούμι, όπου τους πέρασαν την κουλούρα στο λαιμό: «Ο Μούσα Κελεντζής ούτος βλέπων τον Κοπανίτζαν πλησιάσαντα και τον τράχηλον εκτείναντα, δια να βληθή η κουλούρα και εν αυτή να διαπερασθή η άλυσσος, είπε μεγαλοφώνως: ‘άπιστε Κοπανίτζα έστειλες τον κερατά Κρεββατά εις την Φραγκίαν και μας έφερε αυτά τα σίτελα και μίζελα, αλλ’ αύριον θέλει δοκιμάσετε τα επίχειρα της κακίας σας’.» Την επομένη οι Τούρκοι εκτέλεσαν δεκαεφτά υπηρέτες τους.
Στις κρίσιμες περιστάσεις δεν δίσταζε να προσφέρει γενναιόδωρα τον εαυτό του και την περιουσία του για τις ανάγκες και τις επιτυχίες της Επανάστασης. Ξόδεψε για τον αγώνα όλη του την περιουσία και δεν πήρε, όπως οι άλλοι, αποζημιώσεις ή εθνικές γαίες. Κατά την διάρκεια του αγώνα ο Αναγνώστης Κοπανίτζας κατέβαλε για τις ανάγκες της Επανάστασης πάνω από 200 χιλιάδες γρόσια σε χρηματικές εισφορές. Είναι χαρακτηριστικό ότι σ’ έναν πρόχειρο υποθετικό λογαριασμό εσόδων του έτους 1823, που υπέβαλε στις 12 Απριλίου 1823 στην Β’ εθνική συνέλευση σε μία επιτροπή με τους Γιώργο Σισίνη, Ιωάννη Λογοθέτη και άλλους, που είχε οριστεί με ψήφισμα της Εθνοσυνέλευσης (ΙΣΤ’ της 4ης Απριλίου), τα ετήσια έσοδα ολόκληρης της επαρχίας Μυστρά υπολογιζόταν σε 292 χιλιάδες γρόσια. Αντιθέτως, όταν ήταν όμηρος στην Τριπολιτσά, του κατέλαβαν και –με την δικαιολογία ότι ήταν εθνικές- δεν του απέδωσαν μετά τις γαίες που λίγο πριν την από την έκρηξη της Επανάστασης είχε αγοράσει στη Βορδώνια από τους Τούρκους γαιοκτήμονες.
Στον Μυστρά, όπου στις 8 Μαΐου του 1832 έφθασε ο (Friedrich Thiersch) Φρειδερίκος Θείρσιος, καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και πρόεδρος της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών, συνομιλητής του ήταν ο Αναγνώστης Κοπανίτζας «ένας γέροντας 80 ετών, ο επικεφαλής της δημογεροντίας, το πλέον διακεκριμένο και σεβαστό πρόσωπο της πόλης». Σε μια επιστολή που έστειλε προς τη γυναίκα του τις ίδιες μέρες ο Θείρσιος γράφει για αυτή τη συνάντησή του με τον δημογέροντα του Μυστρά: «Μας διηγήθηκε πόσα είχε υπομείνει κάτω από τους Τούρκους. Διώξεις, πόλεμο, φυλακίσεις, σιδερένια δεσμά στα πόδια, στα χέρια, γύρω από το λαιμό. Ολα αυτά όμως ήταν λιγότερα απ' όσα υπέφερε τα δύο τελευταία χρόνια, όχι από κάθειρξη αλλά από καταπίεση ή εξαιτίας της καταπίεσης που έβλεπε να γίνεται σε άλλους. Με τους Τούρκους υπήρχε πάντοτε κάποια βοήθεια από τον αγά, τον μουλά, τον πασά ή ακόμα και από την Κωνσταντινούπολη, αλλά κάτω από την καποδιστριακή καταπίεση δεν υπήρχε καμιά. Οι Τούρκοι βασάνιζαν μόνο με το σώμα, αλλά αυτοί και το μυαλό». Μέσα από την αφήγηση του Θείρσιου, ο 80χρονος Αναγνώστης Κοπανίτζας αναδεικνύεται σε ένα δραματικό μάρτυρα για την κατάσταση στην Ελλάδα εκείνη τη μεταβατική εποχή, όπου οι νέοι θεσμοί του εθνικού κράτους προσπαθούσαν να επιβληθούν εκ των άνω. Πέθανε φτωχός, αλλά έχοντας διατηρήσει το σεβασμό όλων.