Ο ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ RICHARD CHURCH

Ο σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς (Sir Richard Church) (Κορκ Ιρλανδίας 1784 - Αθήνα, Μάρτιος 1873), ήταν φιλέλληνας, Βρετανός στρατιωτικός από την Ιρλανδία. Ήταν στον στρατό από πολύ νέος, από το 1801. Πολέμησε από το 1805 στους Ναπολεόντειους Πολέμους, στην Ισπανία, στην Αίγυπτο, στη Σικελία, στην Κορσική και στα Ιόνια νησιά, όπου συνέστησε για λογαριασμό των Βρετανών μια στρατιωτική μονάδα από Έλληνες μέχρι το 1813. Το 1817 μπήκε στην υπηρεσία του βασιλιά Φερδινάρδου του Α΄ των Δύο Σικελιών.

Τον Μάρτιο του 1827 η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, τον διόρισε Αρχιστράτηγο των Δυνάμεων της Ξηράς, στη θέση του Καραϊσκάκη, μετά από πρόταση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (27-31 Μαρτίου 1827).

Αργότερα η Αντικυβερνητική Επιτροπή του ανέθεσε το φρούριο του Ναυπλίου και στη συνέχεια μετά από μερικούς μήνες πήγε στο φρούριο της Κορίνθου και από εκεί στο Διακοπτό της Βοστίτσας και τέλος στην Ανατολική Ελλάδα, όπου έμεινε μέχρι που ήλθε ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας.

Μετά την άφιξη του Καποδίστρια στάλθηκε στη Δυτική Στερεά Ελλάδα, όπου το 1829 επικεφαλής των στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδας κατάφερε να κυριεύσει τη Βόνιτσα, το Αιτωλικό και το Μεσολόγγι σε μια από τις τελευταίες πράξεις του πολέμου της απελευθέρωσης, που όρισαν τα σύνορα της Ελλάδας εκτός της Πελοποννήσου, στη Στερεά Ελλάδα.

Μετά το τέλος του πολέμου, τον Ιούλιο του 1829, ο Τσωρτς παραιτήθηκε από τη θέση του, δείχνοντας τη δυσαρέσκειά του στην επιλογή του Καποδίστρια να διορίσει τον αδελφό του Αυγουστίνο πληρεξούσιο τοποτηρητή στη Δυτική Ελλάδα, αλλά και για την παραμέληση των στρατιωτών του από την Κυβέρνηση Καποδίστρια.

Με την έλευση του Όθωνα, η Κυβέρνηση του Σπυρίδωνα Τρικούπη πρόσφερε στον Τσωρτς τη θέση του πρέσβη στη Ρωσία, κάτι που δεν αποδέχθηκε ο Ρώσος αυτοκράτορας.

Στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της Κυβέρνησης Άρμανσπεργκ, διορίστηκε Σύμβουλος της Επικράτειας και το 1836 διορίστηκε γενικός επιθεωρητής του Στρατού.

Στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 ο Τσωρτς επιλέχθηκε ανάμεσα από τους Συμβούλους της Επικράτειας που ήταν επαναστάτες να έχει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ αυτών και του Όθωνα και συνυπέγραψε την επόμενη ημέρα, την προκήρυξη του Συμβουλίου της Επικράτειας που ευχαριστούσε το λαό και τη φρουρά των Αθηνών για τη συμπεριφορά τους και ανακήρυσσε την 3η Σεπτεμβρίου ως εθνική εορτή.

Ένα μήνα μετά στην Α' Εθνοσυνέλευση των Αθηνών, το 1843 εκλέχθηκε πληρεξούσιος του Ζυγού Αιτωλίας στην Γ’ Σεπτεμβρίου, αντιπροσωπεύοντας μια περιοχή από τα μέρη της Δυτικής Ελλάδας που απελευθέρωσε το 1828-1829 και επιλέχθηκε στη Γερουσία το 1844.

Τον ίδιο χρόνο, το 1844, ο Όθωνας αποφάσισε την απομάκρυνση του Τσωρτς από τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή. Τότε ο Τσωρτς παραιτήθηκε από το στρατό και έτσι τελείωσε τη στρατιωτική του καριέρα σε ηλικία 60 ετών, παραμένοντας μόνο στη Γερουσία.

Όταν το 1854, δέκα χρόνια αργότερα, ο Όθωνας του πρόσφερε την τιμητική θέση του στρατηγού, ο Τσωρτς τη δέχθηκε με επιφύλαξη, χωρίς όμως να αναλάβει ενεργό στρατιωτικό ή πολιτικό ρόλο.

Ήταν μέλος της Γερουσίας μέχρι την κατάργησή της το 1864. Έμενε στην Αθήνα μέχρι το θάνατό του το 1873. Χαρακτηριστικό της εκτίμησης που έχαιρε μέχρι το τέλος της ζωής του είναι οι επισκέψεις του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ στον Τσωρτς, όταν ήταν άρρωστος, λίγες ημέρες πριν το θάνατό του.

Ο σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς κατείχε τους εξής τίτλους :

«Ιππότης του Μεγάλου Σταυρού του Ευγενεστάτου Στρατιωτικού Τάγματος του Αγίου Γεωργίου των Δύο Σικελιών, Ιππότης του Τιμιωτάτου Τάγματος του Λουτρού της Αγγλίας, Διοικητής του Εξοχωτάτου Στρατιωτικού Τάγματος του Γκουέλφ του Ανόβερου και των παρασήμων του Αγίου Φερδινάρδου και της αγιότητας κτλ. κτλ.».

Το 1815 έλαβε από τη Βρετανία τον τίτλο του Εταίρου του Τάγματος του Λουτρού για τη θητεία του ως διοικητή του Ελληνικού Τάγματος Ελαφρού Πεζικού στα Επτάνησα.

Για τις υπηρεσίες του προς στο Βασίλειο των Δύο Σικελιών, έλαβε τον Μεγαλόσταυρο του Βασιλικού και Στρατιωτικού Τάγματος του Αγίου Γεωργίου της Επανενώσεως .

Μεταξύ 1821 και 1825 έλαβε από τη Βρετανία τον τίτλο του Ιππότη Διοικητή του Βασιλικού Τάγματος του Γουέλφων του Ανοβέρου.

Είχε επίσης λάβει τον Μεγαλόσταυρο του ελληνικού Τάγματος του Σωτήρος, όταν αυτό δημιουργήθηκε το 1833. Διακριτικά στρατηγού, ορισθέντα ειδικά για τον Ρ. Τσωρτς με Β.Δ. της 10ης Φεβρουαρίου 1854.

Το Φεβρουάριο του 1854 με βασιλικό διάταγμα του απονεμήθηκε τιμητικά ο βαθμός του στρατηγού, που δημιουργήθηκε ειδικά για την περίσταση (ο μεγαλύτερος βαθμός ως τότε ήταν ο βαθμός του αντιστρατήγου).

Η πόλη των Αθηνών τίμησε τον Τσωρτς, δίνοντας το όνομά του στην οδό «Τζωρτζ», κάθετη στην πλατεία Κάνιγγος.

Ήταν γιος του Μάθιου Τσωρτς, εμπόρου από το Κορκ της Ιρλανδίας και της Αν Ντίαρμαν, δεύτερος γιος από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Γεννήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1784. Παντρεύτηκε την Μέρι-Αν, πρώτη κόρη του Σερ Ρόμπερτ Γουίλμοτ, δεύτερου βαρονέτου του Όσμαστον, Ντέρμπι, στις 17 Αυγούστου 1826, στο Γουόρθινγκ. Ο Τσωρτς διατηρούσε τη σχέση με την οικογένειά του, έχοντας αλληλογραφία με τον μεγάλο του αδελφό Τζων Ντίαρμαν Τσωρτς, όπως προκύπτει από τις επιστολές που δημοσίευσαν οι ανιψιοί του Τσ. Μ. Τσωρτς και Ρίτσαρντ Γουίλιαμ Τσωρτς, αλλά και επισκέψεις (ο ανιψιός του Ε. Μ. Τσωρτς περιγράφει ότι τον είδε πρώτη φορά το 1848, όταν τον επισκέφθηκε στην Ελλάδα).

Ο Τσωρτς ήταν μικρόσωμος, καλοφτιαγμένος, με ευχάριστους τρόπους, βελτιωμένους από τις σημαντικές κοινωνικές του εμπειρίες. Στη νεκρολογία του περιγράφεται: «Πράος, αφελής, φιλομαθής, ομιλητικός, ευγενής στους τρόπους και ευαίσθητος την καρδίαν». Είχε μπλε μάτια, μεγάλο μέτωπο και μουστάκι. Στα 65 του έδινε την εντύπωση Άγγλου ευγενούς ή διπλωμάτη και όχι ενός ανθρώπου χωρίς ακαδημαϊκή μόρφωση που είχε περάσει όλη τη ζωή του στον στρατό, μέρος της μάλιστα με άτακτο στρατό. Μιλούσε εκτός από αγγλικά, που ήταν η μητρική του γλώσσα, γαλλικά, ιταλικά και κάποια ελληνικά στα οποία ποτέ δεν είχε μεγάλη άνεση. Το έσκασε από το σπίτι του για να καταταγεί στον στρατό το 1800, σε ηλικία 16 ετών και η όποια εκπαίδευσή του ήταν αυτή που είχε λάβει μέχρι τότε. Η οικογένειά του ήταν μέλη της Θρησκευτικής Κοινωνίας των Φίλων, δηλαδή Κουάκεροι, έζησε λοιπόν τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό περιβάλλον.

Έργα του σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς :

Το 1820 φέρεται να έγραψε στη Νάπολη το βιβλίο: «Relazione dei fatti accaduti al tenente generale Riccardo Church» και υπότιτλο: «Cavaliere Gran Crocce Del'Ordine Militare di San Giorgio della Reunione, Cavaliere di piu ordini, Comandante Generale et Ispettore delle truppe estere nel regno di Napoli e gia Comandante delle trupe Napolitane in Sicilia», το οποίο όμως αναφέρει ρητά ότι ο «αξιότιμος Στρατηγός Τσωρτς δεν αναγνωρίζει ως δική του την παρούσα δημοσίευση».

Το 1826 δημοσίευσε τις αναμνήσεις του από την επανάσταση στο Παλέρμο με τίτλο: Lieutenant General Sir Richard Church's personal narrative of the revolution at Palermo, in the year 1820.

To 1828 δημοσιεύτηκαν στο Annuaire historique universel του Charles-Louis Lesur οι τρεις αναφορές του Ρίτσαρντ Τσωρτς για τη μάχη της Ακρόπολης προς την Τρίτη Εθνοσυνέλευση, ένα σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο.

Το 1830 έγραψε ένα κείμενο 22 σελίδων με τίτλο «Observations on an eligible line of frontier for Greece as an independent state by Lieut.-Gen. Sir Richard Church, late Generalissimo of Greece, with a Preface, by the Right Hon. R. Wilmot Horton M.P. 8vo pp.22, London, Ridgway. 1830» («Παρατηρήσεις σε μια εφικτή συνοριακή γραμμή για την Ελλάδα ως ανεξάρτητο κράτος από τον Lieut.-Gen. Σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς, πρώην αρχιστράτηγο της Ελλάδος, με εισαγωγή από τον Αξιότιμο Ρ. Γουίλμοτ Χόρτον, Βουλευτή»)[37] που εκδόθηκε από τον γαμπρό του, τον αδελφό της γυναίκας του, βουλευτή Ρ. Γουίλμοτ Χόρτον.

Λίγο πριν το θάνατο του Τσωρτς, το γραφείο του σφραγίστηκε από την Αγγλική πρεσβεία για τη διατήρηση των χειρογράφων που βρίσκονταν σε αυτό.[59] Το αρχείο του (MS. Correspondence and Papers of Sir Richard Church, σε 29 τόμους)[σημ. 4] βρίσκεται (όπως αναφερόταν το 1911[32]) στο Βρετανικό Μουσείο (Add. MSS. 36543-36571) και περιέχει σημαντικά στοιχεία για την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης.

Έγγραφα από το αρχείο του βρίσκονται επίσης στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Ο Τσωρτς πέθανε, μετά από ασθένεια, την Πέμπτη 8 Μαρτίου (20 Μαρτίου σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο σε ισχύ στη Βρετανία) και τάφηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη στις 15 Μαρτίου 1873. Η κηδεία έγινε με καθυστέρηση, εν αναμονή του ανιψιού του, που αναμενόταν από την Αγγλία. Η νεκρώσιμη ακολουθία έγινε στον προτεσταντικό ναό της οδού Φιλελλήνων παρουσία του βασιλιά και πλήθους επισήμων. Το μνημείο του τάφου, απέναντι από τον ιερό ναό του Αγίου Λαζάρου, φέρει αγγλική επιγραφή στο μπροστινό και την αντίστοιχη ελληνική στο πίσω μέρος: «Richard Church, General, who having given himself and all he had, to rescue a Christian race from oppression, and to make Greece a nation, lived for her service, and died among her people, rests here in peace and faith» «Ώδε κείται εν ειρήνη και πίστει ο Στρατηγός Ριχάρδος Τσωρτζ αφιερώσας εαυτόν και πάντα τα εαυτού υπέρ της από της δουλείας απελευθερώσεως φυλής χριστιανικής, συντελέσας ίνα η Ελλάς κατασταθή έθνος, ζήσας όπως υπηρετήση αυτήν και αποβιώσας μεταξύ του λαού αυτής». Επιτάφιο λόγο εκφώνησε στις 15 Μαρτίου 1873 (παλαιό ημερολόγιο) ο υπουργός Δικαιοσύνης Παναγιώτης Χαλκιόπουλος και μετά στα αγγλικά ο νεαρός τότε Ιωάννης Γεννάδιος.

Η Γ' Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων

Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ' αυτού
και υπάρχει υπέρ αυτού